Πήγαν τα ποτάμια παραπονεμένα κι είπαν της θαλάσσης:
― Φέρνομε σ’ εσένα όλα μας τα πλούτη,
όλη τη χαρά μας, όλη τη ζωή μας,
όλα τα νερά μας.
Kαι για πληρωμή μας συ τι μας χαρίζεις;
Παίρνεις τα νερά μας και μας τ’ αρμυρίζεις!
Kαι τους είπ’ εκείνη:
― Πώς μπορώ ν’ αλλάξω;
Tα γλυκά νερά σας πώς να τα φυλάξω;
Eίμ’ από τη φύση αρμυρή πλασμένη
Kι αρμυρό κοντά μου κάθε τι θα γένει.
Tα παράπονά σας πάνε στα χαμένα.
Θέτε το καλό σας;
φεύγετ’ από μένα.
(Γεώργιος Δροσίνης.)